Χειρουργός Ουρολόγος - Ανδρολόγος
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Ουρολόγοι προτείνουν στους ασθενείς τους με διαγνωσμένο προστατικό καρκίνο μία τακτική <<ενεργούς παρακολούθησης>>.
Έχει διαπιστωθεί ότι νόσοι όπως το μελάνωμα, ο καρκίνος του παγκρέατος και του εντέρου έχουν «επιθετικά» χαρακτηριστικά. Ακόμα και αν η διάγνωση γίνει σε αρχικά στάδια συχνά οι ασθενείς στο τέλος καταλήγουν. Για παράδειγμα, ακόμα και στο πρώτο στάδιο, ο καρκίνος του πνεύμονα θα σκοτώσει τελικά τους μισούς ασθενείς. Γνωρίζουμε λοιπόν ότι όσο πιό έγκαιρα γίνει η διάγνωση τόσο μεγιστοποιείται η πιθανότητα ίασης. <<Εν τούτοις, η παραπάνω διαπίστωση δεν ισχύει πάντα για τον καρκίνο του προστάτη>>.
Στην ένατη δεκαετία της ζωής, δηλαδή μεταξύ 80 και 90 χρόνων, σχεδόν 80% των ανδρών έχουν εστίες καρκίνου στον προστάτη τους. Παρά ταύτα οι περισσότεροι από τους άνδρες αυτούς όχι μόνο δεν θα πεθάνουν από καρκίνο του προστάτη αλλά ούτε και θα παρουσιάσουν συμπτώματα που να σχετίζονται με την συγκεκριμένη νόσο. Αλλά και σε νεώτερες ηλικίες ακόμα φαίνεται οι μελέτες να δικαιολογούν μία λιγότερο επιθετική προσέγγιση:
Το 2012 δημοσιεύθηκε στο εγκυρότερο ιατρικό περιοδικό, το New England Journal of Medicine μία μελέτη που αφορούσε σε 15ετή παρακολούθηση δύο ομάδων ασθενών μέσης ηλικίας 67 χρόνων με μέτριας επιθετικότητας καρκίνο του προστάτη. Η μία ομάδα υποβλήθηκε σε ριζική προστατεκτομή ενώ η δεύτερη ομάδα έμεινε χωρίς καμία θεραπεία. Με την ολοκλήρωση της μελέτης διαπιστώθηκε ότι το 85% των ανδρών επιβίωναν, ανεξάρτητα να είχαν υποβληθεί σε θεραπεία ή όχι.
Η μελέτη δηλαδή λέει ότι πολλοί άνδρες υποβάλλονται σε θεραπεία για έναν καρκίνο, ο οποίος ενδεχομένως δεν θα γίνονταν καν αντιληπτός μέχρι το τέλος της ζωής τους και παρουσιάζουν επιπτώσεις όπως ακράτεια ούρων και στυτική δυσλειτουργία σαν συνέπεια μιάς επέμβασης που στη πραγματικότητα ήταν περιττή.
Χρειάζονται όλοι οι άνδρες με καρκίνο του προστάτη χειρουργείο;
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι Ουρολόγοι προτείνουν στους ασθενείς τους με διαγνωσμένο προστατικό καρκίνο μία τακτική “ενεργούς παρακολούθησης”. Σε μία προσπάθεια επιλογής των ασθενών αυτών αξιολογούνται οι παράμετροι που καθορίζουν την επιθετικότητα του καρκίνου.
Οι παράμετροι επιθετικότητας του καρκίνου είναι οι ακόλουθοι:
- Η έκταση του καρκίνου.
Οι ογκολόγοι εκτιμούν ότι ο καρκίνος που εντοπίζεται μόνο με τη βιοψία χωρίς να είναι αντιληπτός με την δακτυλική εξέταση του προστάτη από το ορθό ή αφορά σε λιγώτερο από 3 ιστοτεμάχια βιοψίας και με λιγότερο από 50% καρκίνου ανά ιστοτεμάχιο είναι βραδείας εξέλιξης και μπορεί να τεθεί υπό παρακολούθηση.
- Ο βαθμός κυτταρικής διαφοροποίησης.
δηλαδή πόσο “άγρια” είναι τα κύτταρα στη βιοψία. Χρησιμοποιείται μία κλίμακα από το 2 έως το 10, το λεγόμενο Gleason score όπου τιμές 8,9 και 10 είναι ενδεικτικές επιθετικής νόσου ενώ τιμές 6 και 7 (3+4) είναι καθησυχαστικές και υποδηλώνουν ότι οι καρκίνοι αυτοί μπορούν να τεθούν σε παρακολούθηση χωρίς άμεση θεραπεία.
- Η τιμή στο αίμα του PSA.
Τιμές μικρότερες του 10 υποδηλώνουν λιγότερο επιθετική νόσο. Συμπερασματικά, μία χαμηλή τιμή PSA σε συνδυασμό με χαμηλό Gleason Score και μικρής έκτασης νόσο στη βιοψία υποδηλώνουν καλή πρόγνωση και νομιμοποιούν μία επιλογή «ενεργούς παρακολούθησης», ούτως ώστε να αποφευχθούν οι επιπτώσεις από μία ενδεχομένως αχρείαστη θεραπεία.
Πως επιλέγετε τους ασθενείς που δεν χρειάζεται να χειρουργηθούν;
Η σύσταση για χειρουργείο επηρεάζεται από πολλές παραμέτρους:
- Σε ασθενείς με προσδόκιμο επιβίωσης μικρότερο των 10 χρόνων συχνά επιλέγονται άλλες θεραπευτικές μέθοδοι όπως η ακτινοθεραπεία ή η ορμονική θεραπεία.
- Από την άλλη πλευρά ασθενείς μεταξύ 40 και 60 χρόνων πρέπει να αντιμετωπίζονται με επιθετική χειρουργική προσέγγιση γιατί αυτές οι ηλικιακές ομάδες κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν από τον καρκίνο.
- Το πραγματικό δίλημμα βρίσκεται όταν αντιμετωπίζουμε ασθενείς μεταξύ 60 και 75 χρόνων με νόσο καλής πρόγνωσης σύμφωνα και με τα κριτήρια που προανέφερα. Η στέρηση αίφνης της σεξουαλικής δραστηριότητας σε έναν άνδρα 65 χρόνων σαν συνέπεια μιάς επέμβασης που πιθανόν δεν χρειάζονταν είναι ένα σημαντικό θέμα. Το ίδιο ισχύει και για την ακράτεια ούρων που είναι μία πραγματική αναπηρία για την προσωπική και κοινωνική ζωή του άνδρα. Μπορούμε σήμερα να εντοπίσουμε με έναν αξιόπιστο τρόπο αυτούς τους ασθενείς και να τους εντάξουμε σε προγράμματα παρακολούθησης με την μεγαλύτερη δυνατή βεβαιότητα ότι η καθυστέρηση στην επέμβαση, άν ποτέ αυτή κριθεί απαραίτητη δεν θα επηρεάσει την τελική τους επιβίωση;
Φαίνεται ότι οι γνώσεις που αποκτήσαμε από τις επιστήμες της Γεννετικής και της Μοριακής Βιολογίας είναι σε θέση να μας βοηθήσουν να απαντήσουμε στα παραπάνω διλήμματα. Πρόσφατα έγινε διαθέσιμη και στη χώρα μας η εξέταση Oncotype, κατά την οποία εξετάζονται στον καρκινικό ιστό 17 γονίδια. Τα αποτελέσματα της εξέτασης, συνδυαζόμενα με τους κλινικούς προγνωστικούς παράγοντες που προαναφέρθηκαν μας επιτρέπουν πλέον να εντοπίζουμε με περισσότερη ακρίβεια τους ασθενείς που μπορούν να επιλέξουν να αποφύγουν την επέμβαση και να παραμείνουν σε παρακολούθηση.
Info:
Ευχαριστούμε το χειρουργό-ουρολόγο κ. Αριστείδη Παυλάκη, διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών και διπλωματούχο του American Board of Urology. Μέχρι το 2010 διηύθυνε τη Β' Ουρολογική Κλινική του νοσοκομείου «Ερρίκος Ντυνάν», ενώ μετέπειτα εργάζεται με την ομάδα του στο νοσοκομείο «Υγεία».